Μια τόσο σημαντική πόλη ήταν επόμενο να έχει και το θέατρό της. Το θέατρο των Οινιάδων είναι κατασκευασμένο στη νότια πλευρά του υψώματος.
Το θέατρο των Οινιαδών είναι κτισμένο πολύ κοντά στην αγορά της πόλης σε θέση που προσφέρει εκπληκτική θέα προς τις γύρω πεδινές εκτάσεις, τις εκβολές του Αχελώου και τις Εχινάδες νήσους.
Η ανασκαφή του ξεκίνησε το 1900 από τον Αμερικανό αρχαιολόγο Benjamin Powell και ολοκληρώθηκε το 1995 από τον Προϊστάμενο της τότε αρμόδιας ΣΤ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Πατρών, Δρ. Λάζαρο Κολώνα.
Είναι το δεύτερο σε μέγεθος θέατρο από τα πέντε γνωστά θέατρα της Αιτωλοακαρνανίας, μετά το θέατρο του Στράτου, με χωρητικότητα 5.500 θεατών.
Τρία είναι τα βασικά μέρη του θεάτρου των Οινιάδων.
Το κοίλον, η ορχήστρα, η σκηνή.
Το κοίλον
Το μεγαλύτερο τμήμα του κοίλου είναι λαξευμένο στο φυσικό βράχο, εκτός από μικρό του μέρος, στο οποίο έχουν τοποθετηθεί πάνω σε τεχνητές επιχώσεις, δουλεμένοι λίθοι, στους οποίους έχουν χαραχθεί απελευθερωτικές επιγραφές, που χρονολογούνται στον 3 ο αι. π.Χ.
Το κοίλο αποτελείται από 27 σειρές εδωλίων, εκ των οποίων διατηρούνται σήμερα μόνον οι 19, και διαιρείται με 10 κλίμακες σε 11 κερκίδες.
Το κοίλο συγκρατείται από αναλημματικούς τοίχους, από τους οποίους ο μεν βόρειος είναι κατασκευασμένος κατά το ψευδοϊσόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης, ενώ ο νότιος κατά το πολυγωνικό.
Η ορχήστρα και η σκηνή
Η διάμετρος της ορχήστρας είναι 16,15 μ. περίπου και οριοθετείται από χαμηλό λίθινο κρηπίδωμα. Περιμετρικά διατηρείται αποχετευτικός αγωγός καλυμμένος με ασβεστολιθικές πλάκες για την απομάκρυνση των ομβρίων υδάτων. Σε κακή κατάσταση και στο ύψος της θεμελίωσης διατηρείται το σκηνικό οικοδόμημα με το προσκήνιο και τα δύο πλευρικά παρασκήνια, στο οποίο έχουν αναγνωριστεί δύο οικοδομικές φάσεις:
Στην πρώτη οικοδομική φάση, που χρονολογείται γύρω στα μέσα του 4 ου αι. π.Χ., το σκηνικό οικοδόμημα αποτελείτο από ένα ισόγειο ορθογώνιο κτίσμα, μήκους 21,89 μ. και πλάτους περίπου 6,82 μ., με πιθανό άνοιγμα θύρας, πλάτους 2,51 μ., στον πίσω τοίχο, ενώ στην πρόσοψη έφερε πέντε ανοίγματα, τα οποία ορίζονταν από τέσσερις πεσσούς που έφεραν δωρικά επίκρανα και συγκρατούσαν τη δίρριχτη στέγη. Τα ενδιάμεσα των πεσσών ανοίγματα φράζονταν με ξύλινους ζωγραφικούς πίνακες που αποτελούσαν το σκηνογραφικό φόντο της κάθε παράστασης. Το συνολικό ύψος του κτίσματος, που περιλαμβάνει το ύψος των ανοιγμάτων, το πάχος των δοκαριών στήριξης της στέγης, καθώς και το ύψος της, υπολογίζεται γύρω στα 5,20 μ. Οι σχεδιαστική και γραφιστική αναπαράσταση της όψης μας δείχνουν με σαφήνεια ότι πρόκειται για ένα γεωμετρικά απλό σκηνικό τύπο. Τον ίδιο τύπο σκηνικού οικοδομήματος συναντάμε και στην 1 η οικοδομική φάση του θεάτρου του Στράτου, με το οποίο αναγνωρίζονται πολλά κοινά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά.
Στη δεύτερη οικοδομική φάση , που χρονολογείται στο α΄ μισό του 3 ου αι. π.Χ., το σκηνικό οικοδόμημα γίνεται διώροφο και αποκτά προσκήνιο και δύο μικρά πλευρικά παρασκήνια, στα οποία οδηγούν μικρά θυραία ανοίγματα. Το συνολικό μήκος της νέας σκηνής της ελληνιστικής εποχής ήταν στην πρόσοψη 27 μ., δηλαδή μόνον κατά 16 εκ. μικρότερο της αντίστοιχης σκηνής του θεάτρου της Επιδαύρου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαμόρφωση της πρόσοψης της, όπου τα λεγόμενα παρασκήνια, όπως και στα θέατρα του Διονύσου στην Αθήνα και της Επιδαύρου, προεξείχαν ελαφρά του προσκηνίου. Σύμφωνα με τον καθηγητή Σάββα Γώγο δεν πρόκειται για προεξέχοντα παρασκήνια, αλλά για ένα είδος αρχιτεκτονικής και αισθητικής αναβάθμισης της νέας πρόσοψης της σκηνής στο επίπεδο της ορχήστρας. Τα συνολικά 18 στηρίγματα της πρόσοψης της ελληνιστικής σκηνής αποτελούν ένα συνδυασμό ορθογωνίων πεσσών και ημικιόνων. Το ύψος του προσκηνίου υπολογίζεται σε 2,50 μ. περίπου. Οι ζωγραφικοί πίνακες, που αποτελούσαν το σκηνογραφικό φόντο της κάθε παράστασης, τοποθετούνταν στη νέα σκηνή στα πέντε ανοίγματα του υπερυψωμένου λογείου στον άνω όροφο. Τα επίκρανα των πεσσών που στήριζαν το δάπεδο του ορόφου έφεραν ιωνικά κιονόκρανα. Στην άνω επιφάνεια του επιστυλίου, του λεγόμενου θριγκού, ανήκει και η χορηγική επιγραφή [ΤΗ]Ν ΟΡΧΗΣΤ[ΡΑΝ], που ασφαλώς αναφέρεται στην κατασκευή του. Στη φάση αυτή ανήκει επίσης η διαμόρφωση της παλαιότερης ορχήστρας με την προσθήκη και την κατασκευή του λίθινου κρηπιδώματος, καθώς και την κατασκευή του περιμετρικού αποχετευτικού αγωγού για τη συγκέντρωση και την απορροή των ομβρίων υδάτων, ενώ την ίδια εποχή φαίνεται ότι τοποθετήθηκαν και οι λίθοι με τις χαραγμένες απελευθερωτικές επιγραφές σε τμήμα του κοίλου του θεάτρου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ύστερα από σιγή δυόμισι χιλιάδων χρόνων, το 1986 ακούστηκε πάλι η φωνή των τραγικών μας ποιητών. Έκτοτε, στον χώρο του αρχαίου θεάτρου κάθε καλοκαίρι δίνονται παραστάσεις αρχαίου ελληνικού δράματος.