Βρίσκεται κοντά στο χωριό Ευηνοχώρι, στον νομό Αιτωλοακαρνανίας, και συγκαταλέγεται στα ελάχιστα μνημεία της αρχαίας Καλυδώνας που σώζονται μέχρι και σήμερα. Ανακαλύφθηκε τυχαία το 1967 από τον Ευθ. Μαστροκώστα στη νότια πλευρά του λόφου του Λαφρίου κατά τη διάρκεια χάραξης της παλαιάς Εθνικής Οδού Αντιρρίου – Ιωαννίνων. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, με αφετηρία το 2001, πραγματοποιήθηκαν οι απαιτούμενες ανασκαφικές έρευνες από το αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Δανίας και την τοπική Εφορεία αρχαιοτήτων για τη σε βάθος μελέτη του μνημείου.
Πιστεύεται πως η πρωιμότερη χρήση του χώρου εξυπηρετούσε την τέλεση κάποιας μυστηριακής λατρείας, γεγονός που εξηγεί και την τετράπλευρη κάτοψη της ορχήστρας, ενώ είναι πολύ πιθανό ότι ο χώρος είχε χρησιμοποιηθεί ως βουλευτήριο. Σε μεταγενέστερους χρόνους και με την κατάλληλη αναδιαμόρφωση μετατράπηκε σε θέατρο με την προσθήκη σκηνικού οικοδομήματος. Η ευρύτερη χρήση του μνημείου χρονολογείται από τον 4ο αι. π.Χ. έως τα ρωμαϊκά χρόνια.
Από τις πρόσφατες έρευνες έχει ανακαλυφθεί το κοίλο του θεάτρου που αποτελείται από 26 σειρές εδωλίων οικοδομημένες από ορθογώνιους ψαμμιτικούς λίθους που πλαισιώνουν την ορχήστρα, οι περισσότερες από τις οποίες σώζονται στο δυτικό του τμήμα. Σημαντικά τμήματα του προσκηνίου και του σκηνικού οικοδομήματος έχουν ανευρεθεί. Ειδικότερα, όσον αφορά το σκηνικό οικοδόμημα, « διαθέτει τρία ισόχωρα δωμάτια, εκ των οποίων το κεντρικό επικοινωνεί με το προσκήνιο, μέσω θυραίου ανοίγματος. Η κιονοστοιχία του προσκηνίου αποτελείτο από δέκα ιωνικούς ημικίονες με πλευρικές υποδοχές για την ανάρτηση των σκηνικών. Οι κίονες και οι τοίχοι της σκηνής στήριζαν τον όροφο του σκηνικού οικοδομήματος. Δυτικά και ανατολικά της σκηνής, αποκαλύφθηκαν τα όρια των παρόδων» (Βικάτου, 2011).
Μπροστά από τον τοίχο της σκηνής βρέθηκε ο τοίχος του προσκηνίου με στοιχεία κιονοστοιχίας και θυραίων ανοιγμάτων. Επίσης, έχουν εντοπιστεί έξι ιωνικοί κίονες, ο συνολικός αριθμός των οποίων εκτιμάται σε δώδεκα, καθώς και αγωγός απορροής όμβριων υδάτων. Περιμετρικά της σκηνής και του προσκηνίου έχει ανευρεθεί μεγάλος αριθμός κεραμιδιών, στοιχείο ενδεικτικό για την ύπαρξη στέγης. Το σκηνικό οικοδόμημα ήταν διώροφο και, όπως αποδείχθηκε από την ανασκαφή του μνημείου, δύο επικλινές ράμπες οδηγούσαν στον όροφο («λογείο») του θεάτρου. Κλίμακες ανόδου των θεατών προς τα εδώλια δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί. Η ορχήστρα του θεάτρου είναι τετράπλευρης κάτοψης, ενώ η συνολική χωρητικότητά του ξεπερνούσε τους 6.000 θεατές, γεγονός που το καθιστά ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της τότε περιοχής.
Οι μορφικές διαφοροποιήσεις των εδωλίων μεταξύ των ανώτερων και κατώτερων σειρών μάς οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το θέατρο γνώρισε δύο κατασκευαστικές φάσεις: η πρώτη αφορά στην κλασική εποχή και η δεύτερη τα ελληνιστικά χρόνια.